ΚΑΙΡΙΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΑΘΗΝΩΝ ΔΡ. Ν.-Κ. ΧΛΕΠΑ ΣΤΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΣΤΗΝ “ΠΥΞΙΔΑ”
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΡΟΣΣΙΟ
Κύριε Χλέπα, ήσασταν αντιπρόεδρος της Νομοτεχνικής Επιτροπής που επεξεργάστηκε το νόμο του Καλλικράτη. Ποιες είναι οι βασικές καινοτομίες που μας έφερε αυτός ο νόμος;
Καταρχήν να επισημάνω το γεγονός ότι πρόκειται για ένα νόμο που ετοιμάστηκε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα – χρειάστηκαν μόλις τρεις μήνες, όταν για τον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων του 2006 απαιτήθηκαν τρία χρόνια, ενώ ο νέος κώδικας νομαρχιακής αυτοδιοίκησης ετοιμάζονταν από μια πολυμελή επιτροπή επί επτά χρόνια, χωρίς να τελειώσει ποτέ. Ο «Καλλικράτης» αποτελεί ένα ογκώδες νομοθέτημα με 285 άρθρα και ασχολείται με όλες τις πτυχές της τοπικής αυτοδιοίκησης. Βασικές καινοτομίες: πρώτον: η νέα αρχιτεκτονική ενός νέου, λιτού σχήματος αυτοδιοίκησης με 325 δήμους (έναντι 1034 στο παρελθόν) και 13 αυτοδιοικούμενες περιφέρειες (έναντι 70 περίπου φορέων στο δεύτερο βαθμό, αν συνυπολογίσει κανείς τα νομαρχιακά διαμερίσματα, «υπερνομαρχίες», «επαρχεία» κλπ.), δεύτερον: η δημιουργία ενός νέου, περισσότερο σύνθετου (με περισσότερα όργανα), αλλά και περισσότερο λειτουργικού συστήματος διακυβέρνησης στους νέους, μεγαλύτερους δήμους και περιφέρειες, τρίτον: η μεταφορά μεγάλου αριθμού αρμοδιοτήτων (πολεοδομία, αδειοδοτήσεις, κατασκευή σχολείων κλπ.), ιδίως στους δήμους από τις παλιές νομαρχίες, τέταρτον: η συγκρότηση ενός νέου «αποπολιτικοποιημένου» συστήματος εποπτείας με επικεφαλής τον επί θητεία ελεγκτή νομιμότητας (που δεν θα είναι πολιτικό πρόσωπο) και η στελέχωσή του με εξειδικευμένο προσωπικό, πέμπτον: ο περιορισμός της μη κεντρικής κρατικής διοίκησης στις επτά Αποκεντρωμένες Διοικήσεις που κρατούν κυρίως περιβαλλοντικές (χωροταξία, πολεοδομικός σχεδιασμός, δάση κλπ.) αρμοδιότητες, αφού οι αρμοδιότητες για τα έργα και την περιφερειακή ανάπτυξη περνούν πλέον στις αυτοδιοικούμενες περιφέρειες. Κοντολογίς, πρόκειται για μια εξαιρετικά φιλόδοξη μεταρρύθμιση, αφού για πρώτη φορά από την εποχή του Όθωνα επιχειρείται η ανασυγκρότηση της δημόσιας διοίκησης σε όλα τα μη-κεντρικά επίπεδά της (αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού, αποκεντρωμένη κρατική διοίκηση). Σε ολόκληρη την Ευρώπη, λίγες είναι οι χώρες που έχουν αποτολμήσει ένα τέτοιο εγχείρημα.
Μπορεί όμως κ. καθηγητά η ελληνική δημόσια διοίκηση να ανταποκριθεί σε ένα τέτοιο εγχείρημα και μάλιστα υπό συνθήκες κρίσης; Πως θα προχωρήσει μια τέτοια μεταρρύθμιση χωρίς προσλήψεις προσωπικού και πρόσθετους πόρους; Μήπως έγιναν όλα με υπερβολική βιασύνη; Μήπως έπρεπε πρώτα να διασφαλιστεί η διακομματική συναίνεση;
Μια ερώτηση με πολλά υποερωτήματα. Ξεκινώ από το τελευταίο. Διακομματική συναίνεση, επί της ουσίας, υπήρξε, μολονότι δεν το ομολογούν τα κόμματα. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συνήθιζε να παραπονείται ότι «σε αυτή τη χώρα διαφωνούμε ακόμη κι εκεί όπου μπορούμε να συμφωνήσουμε». Η μεταρρύθμιση του Καλλικράτη νομίζω ότι τον επιβεβαιώνει. Σας θυμίζω ότι μια μεταρρύθμιση με τα χαρακτηριστικά, λίγο-πολύ, του «Καλλικράτη» είχε αναγγείλει και η προηγούμενη κυβέρνηση, και μάλιστα από το 2007, όμως δεν προχώρησε. Εξάλλου, τόσο η ΚΕΔΚΕ όσο και η ΕΝΑΕ, είχαν αντιμετωπίσει θετικά «επί της αρχής» (και με αποφάσεις των συνεδρίων τους) την προοπτική μιας τέτοιας μεταρρύθμισης. Γι’αυτό το λόγο άλλωστε, οι συλλογικοί φορείς της αυτοδιοίκησης (ΚΕΔΚΕ, ΕΝΑΕ, Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης-ΙΤΑ κλπ.) είχαν από καιρό προετοιμάσει σχετικές μελέτες, τις οποίες και ακολούθησε, σε μεγάλο βαθμό, ο «Καλλικράτης». Πριν από την οριστική ψήφιση του νόμου, είχαν προηγηθεί περισσότεροι μήνες δημόσιας και ανοικτής διαβούλευσης. Άρα τα περί «υπερβολικής βιασύνης» και «έλλειψης προετοιμασίας» δεν στέκουν. Όσο για την κρίση, αυτή όχι μόνο δεν έπρεπε να επιβραδύνει, αλλά αντίθετα να επιταχύνει τους ρυθμούς της μεταρρύθμισης. Όσο για τους πόρους και το προσωπικό, να σας θυμίσω ότι μόνον ο πρώτος βαθμός σήμερα απασχολεί συνολικά περίπου 120.000 εργαζόμενους, δηλ. περίπου 300 ανά δήμο (με τα νομικά του πρόσωπα). Το πρόβλημα δεν είναι τόσο η ποσότητα λοιπόν, όσο η ποιότητα, δηλ. η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού. Εδώ εντοπίζονται τα μεγάλα κενά των δήμων, τα οποία ελπίζω να καλυφθούν με μετατάξεις, αφού τα περιθώρια νέων προσλήψεων είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Όσο για τους πόρους, και πάλι θα τολμήσω να πω ότι υπό τις παρούσες συνθήκες, καλούμαστε όλοι να πετύχουμε περισσότερα με λιγότερα και αυτό οφείλουμε να το κατορθώσουμε για το καλό της χώρας μας.