Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2011

Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ
ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 76, ΠΑΡ.1 ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 3852/2010




Άρθρο
 του Δημήτρη Ι. Κατσούλη
Νομικού, τ. Δημάρχου Αυλώνος Ευβοίας




  1. Οι αρχές της διαβούλευσης, της διαφάνειας και της λογοδοσίας  διατρέχουν το νέο σύστημα δημοτικής διακυβέρνησης . Aρκεί να εφαρμόζονται και στην πράξη.

Το σύστημα διακυβέρνησης των δήμων και των περιφερειών, όπως καταστρώνεται με τον νόμο 3852/2010 (ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ,  θεμελιώνεται στις αρχές της διαβούλευσης, της διαφάνειας και της λογοδοσίας. Η θεσμική οργάνωσή τους είναι ασφαλώς  η μία όψη του νομίσματος. Η ουσιαστική εφαρμογή τους στην πράξη είναι η άλλη όψη. Και οι δύο είναι αναγκαίες για να υλοποιηθούν οι αρχές.
Η θεμελίωσή τους διαμορφώνεται με την εισαγωγή θεσμών και λειτουργιών που τις πραγματώνουν και τις υπηρετούν. Η δημοτική και η περιφερειακή[1] επιτροπή διαβούλευσης και το συμβούλιο  ένταξης μεταναστών[2]  ενσωματώνουν την αρχή της διαβούλευσης ως αρχή του συστήματος διακυβέρνησης. Η υποχρέωση της ανάρτησης και διαμέσου αυτής της δημοσιοποίησης κρίσιμων πράξεων της δημοτικής  και περιφερειακής διοίκησης στο διαδίκτυο και κυρίως η εφαρμογή του συστήματος «Διαύγεια» από την 15η Μαρτίου 2011  υλοποιούν την αρχή της διαφάνειας ενώ αυτή εμπεδώνεται και διαμέσου των διαδικασιών λογοδοσίας. Όπως, πέραν της ετήσιας υποχρέωσης για απολογισμό πεπραγμένων των δημοτικών και περιφερειακών αρχών, οι αρχές της διαφάνειας και λογοδοσίας υλοποιούνται με την υποχρέωση της οικονομικής επιτροπής του δήμου[3] να υποβάλλει ανά τρίμηνο έκθεση για την πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού και για το ισοζύγιο εσόδων και δαπανών, έκθεση στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι παρατηρήσεις της μειοψηφίας και αναρτάται στο διαδίκτυο για να λάβουν γνώση οι πολίτες. Την έκθεση αυτή μπορεί να συζητήσει και επί αυτής να αποφανθεί το δημοτικό συμβούλιο ασκώντας ουσιαστικά πλέον τον ελεγκτικό πολιτικό τους ρόλο. Η ίδια επιτροπή, η οικονομική, συντάσσει ετησίως έκθεση για την διαχείριση της περιουσίας του δήμου[4] αλλά και ενδιάμεσες εκθέσεις δεν αποκλείονται, έτσι ώστε να ενημερώνονται το δημοτικό συμβούλιο και οι πολίτες για την διαχείριση της δημοτικής περιουσίας, έναν τομέα κρίσιμο ο οποίος συνήθως ήταν υποβαθμισμένου ενδιαφέροντος, ιδίως στους μικρούς δήμους.
Όμως η καθιέρωση νέων λειτουργιών και νέων θεσμών ακόμη και όταν γίνεται στο όνομα της εφαρμογής των αρχών της διαβούλευσης, της διαφάνειας και της λογοδοσίας μπορεί να αποβεί κενή περιεχομένου όταν η υλοποίησή τους γίνεται με τρόπο που αφυδατώνει το πραγματικό τους νόημα και τις καθιστά απλώς ψευδεπίγραφες διαδικασίες ενός αμετάβλητου, αδιαφανούς και αναποτελεσματικού συστήματος τοπικής διακυβέρνησης. Αντίθετα, οι θεσμοί αποκτούν το πραγματικό τους νόημα όταν οργανώνονται με τρόπο που να ενθαρρύνει την ουσιαστική συμμετοχή των πολιτών, την διαφανή πραγμάτωση της αποστολής των αιρετών, τη ειλικρινή λογοδοσία και την χρηστή και αποτελεσματική διοίκηση. Με άλλα λόγια όταν εμπεδώνουν τις αρχές και τις αξίες της προοδευτικής διακυβέρνησης.
Στο παρόν κείμενο θα ανατρέξουμε στις θεσμικές συνιστώσες της διαβούλευσης, όπως καταστρώνονται στο  σύστημα διακυβέρνησης του νόμου 3852/2010 και ειδικότερα στην Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης διατυπώνοντας προτάσεις για την αποτελεσματική συγκρότησή της.


1.    Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης
a.    Η συγκρότηση
Ο νομοθέτης  με το άρθρο 76 του ν.3852/2010[5]  επιτάσσει την συγκρότηση της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης σε δήμους με πληθυσμό άνω των 10.000 κατοίκων. Η συγκρότηση του οργάνου αυτού και σε δήμους με μικρότερο πληθυσμό είναι προαιρετική αλλά όταν ληφθεί σχετική πρωτοβουλία πρέπει να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 76 του ν.3852/2010.
Η συγκρότηση γίνεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου η οποία λαμβάνεται με την ειδική πλειοψηφία των 2/3 του συνολικού αριθμού των μελών του. Συνεπώς απαιτείται και η θετική ψήφος  μέρους – έστω- της μειοψηφίας.
Ο νομοθέτης ορίζει επίσης την προθεσμία των δύο μηνών από την εγκατάσταση των δημοτικών αρχών ως χρόνο εντός του οποίου το δημοτικό συμβούλιο πρέπει να συγκροτήσει την Επιτροπή Διαβούλευσης. Η προθεσμία όμως αυτή είναι καθοδηγητική και όχι αποκλειστική, δηλαδή η Επιτροπή μπορεί να συγκροτηθεί και μετά την παρέλευση του διμήνου εφόσον εξάλλου η συγκρότησή της είναι υποχρεωτική και δεν επαφίεται στην προαιρετική πρωτοβουλία του δημοτικού συμβουλίου. Ο ορισμός του πρώτου διμήνου έχει όμως σημασία διότι κατευθύνει το δημοτικό συμβούλιο στην άμεση συγκρότηση της επιτροπής έτσι ώστε να αρχίσει τις εργασίες της πριν από την ψήφιση του πρώτου προϋπολογισμού της νέας δημοτικής περιόδου ο οποίος και αυτός πρέπει να είναι προϊόν ευρείας διαβούλευσης καθώς και οι υπόλοιπες προγραμματικές αποφάσεις του δήμου. Δεδομένου ότι η δημοτική περίοδος ξεκινά στην 1 Σεπτεμβρίου  του έτους διεξαγωγής των  δημοτικών εκλογών[6] είναι προφανές ότι η Επιτροπή Διαβούλευσης είναι απαραίτητο να έχει συγκροτηθεί έως το τέλος του Οκτωβρίου έτσι ώστε να συζητήσει και να γνωμοδοτήσει επί του προϋπολογισμού τον οποίο η δημοτική αρχή επεξεργάζεται το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Η πιθανή καθυστέρηση της συγκρότησης της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης πέραν του πρώτου διμήνου ενδέχεται να αποκλείσει την διαβούλευση του πρώτου προϋπολογισμού και των λοιπών προγραμματικών αποφάσεων που λαμβάνονται το πρώτο χρονικό διάστημα μετά την εγκατάσταση των δημοτικών αρχών.
Γεννάται ερώτημα σχετικά με το περιεχόμενο της απόφασης του δημοτικού συμβουλίου. Δηλαδή αυτή περιορίζεται μόνο στην διαπίστωση της βούλησης του σώματος να εφαρμόσει μία υποχρεωτική διάταξη; Ασφαλώς όχι: η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου πρέπει να ορίζει τον αριθμό των μελών της Επιτροπής και ταυτόχρονα να ορίζει τα μέλη της Επιτροπής. Εξάλλου η ειδική πλειοψηφία των 2/3 του συνολικού αριθμού των μελών του συμβουλίου που σηματοδοτεί την ευρεία συναίνεση του σώματος δεν θα είχε καμία σημασία εάν απλώς διαπίστωνε την υποχρεώσει να συγκροτηθεί η Επιτροπή. Η ευρεία συναίνεση είναι η νομιμοποιητική βάση της  συγκεκριμένης σύνθεσης της Επιτροπής. Η ευρεία πλειοψηφία διαπιστώνει με την θετική της ψήφο ότι η Επιτροπή έχει την νόμιμη και νομιμοποιητική σύνθεση που ορίζει ο νομοθέτης και η οποία διασφαλίζει την εκπροσώπηση της τοπικής κοινωνίας όπως απαιτεί ο νόμος.
Συνεπώς η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου εμπεριέχει υποχρεωτικά τα ακόλουθα στοιχεία:
Α) Διαπίστωση της υλοποίησης της υποχρέωσης του δημοτικού συμβουλίου να συγκροτήσει την Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης.
Β) Διαπίστωση των «δικαιούχων» τοπικών φορέων που συνίσταται στον έλεγχο της νόμιμης συγκρότησής τους και της ενεργής λειτουργίας τους.
Γ) Τα αποτελέσματα της κλήρωσης για την συμμετοχή των δημοτών, κλήρωση η οποία γίνεται – εφόσον ο νόμος δεν προβλέπει κάτι διαφορετικό και είναι ιδιαίτερα  αόριστος- στη διάρκεια της συνεδρίασης και μάλιστα πριν από την συζήτηση του θέματος της συγκρότησης της Επιτροπής.

Ο νόμος δεν ορίζει κριτήρια για τον αριθμό των μελών της Επιτροπής αλλά οριοθετεί τον αριθμό μεταξύ του 25 και του 50. Προφανώς η επιλογή αυτή στοχεύει στην μη συγκρότηση πολυπληθών οργάνων που ενδεχομένως θα παρουσιάζουν  δυσχέρειες στην λειτουργία τους. Πρακτικά όμως μπορεί η αυθαίρετη αυτή οριοθέτηση να οδηγήσει σε επιλεκτικούς αποκλεισμούς τοπικών φορέων.
Η συμμετοχή των δημοτών, πέραν των τοπικών φορέων (που αναφέρονται στον νόμο) που εκπροσωπούν την οργανωμένη κοινωνία των πολιτών, στοχεύει προφανώς η εμβαθύνει την άμεση συμμετοχή των πολιτών στην λειτουργία της διαβούλευσης όπως οργανώνεται με την Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης. Η επιλογή των δημοτών γίνεται με δημόσια κλήρωση μεταξύ των εγγεγραμμένων στους εκλογικούς καταλόγους του δήμου. Ο νομοθέτης εκλαμβάνει ως θετικά διακείμενους στην άμεση συμμετοχή όλους τους εγγεγραμμένους στους εκλογικούς καταλόγους δημότες έτσι ώστε η επιλογή τους, ιδιαίτερα όσο αυξάνεται ο αριθμός τους, να γίνεται χωρίς κανένα κριτήριο, χωρίς κυρίως κριτήρια αντιπροσωπευτικότητας, και ενδεχομένως να οδηγήσει στην απαξίωση αυτής της συμμετοχής διαμέσου της άρνησης των κληρωθέντων να συμμετάσχουν είτε κληρωθούν ως τακτικά μέλη είτε ως αναπληρωματικά.
Η νομοθετική ατέλεια της κλήρωσης των δημοτών  δεν μπορεί πάντως να επιδιορθωθεί με τον επίσης αυθαίρετο αποκλεισμό όσων δεν εκδηλώσουν την επιθυμία και μάλιστα περιορίζοντας την κλήρωση μόνο μεταξύ όσων υποβάλλουν δήλωση συμμετοχής ή και αποφεύγοντας την κλήρωση εάν ο αριθμός των συμμετεχόντων υπολείπεται του αριθμού των  δημοτών που αντιστοιχεί στο 1/3 των μελών της Επιτροπής.
Την νομοθετική ατέλεια μπορούσε πάντως να επιδιορθώσει ο Οδηγός που συντάσσεται από το Υπουργείο Εσωτερικών καθώς και ο Κανονισμός της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης. Δυστυχώς η καθυστέρηση της δημοσιοποίησης αυτών των δύο χρήσιμων καθοδηγητικών κειμένων οδηγεί πολλούς δήμους  στην επιλογή διαδικασιών που αντιτίθενται στο νομικό πλαίσιο. Ιδίως καταργώντας την διαδικασία της κλήρωσης όπως την ρυθμίζει ο νόμος.
Αλλά και ως  προς την επιλογή των τοπικών φορέων υπάρχει νομοθετική ατέλεια η οποία εάν δεν δοθούν κατευθύνσεις ενδεχομένως να  υπάρξουν επιλεκτικοί αποκλεισμοί ή και αντίθετα επιλεκτικές επιλογές.

b.    Πρόταση για την διαδικασία συγκρότησης της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης

Ο πρότυπος κανονισμός αλλά και ελλείψει αυτού το Δημοτικό Συμβούλιο με μία προηγούμενη της συγκρότησης οργανωτική του απόφαση  πρέπει να περιγράφει με ακρίβεια τη διαδικασία επιλογής των εκπροσώπων των φορέων που μπορεί να γίνεται με ευθύνη του Προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου ο οποίος θα έχει και την αρμοδιότητα να εισηγηθεί στο Δημοτικό Συμβούλιο την σύνθεση της Επιτροπής κατά την λήψης  Απόφασης περί συγκρότησης.
Πρέπει να προσδιορίζει με σαφήνεια τις κατηγορίες των φορέων και να καταγράψει τους φορείς που έχουν δικαίωμα συμμετοχής.  Κατόπιν να διαπιστώνεται από τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου ο αριθμός των εκπροσώπων ανά κατηγορία, τηρουμένης υποχρεωτικά της κατηγοριοποίησης του ορίζει ο νόμος, δηλαδή:
            α) των τοπικών εμπορικών και επαγγελματικών συλλόγων και οργανώσεων
β) των επιστημονικών συλλόγων και φορέων
γ) των τοπικών οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών
δ) των εργαζομένων στο δήμο και τα νομικά του πρόσωπα
ε) των ενώσεων και συλλόγων γονέων
στ) των αθλητικών και πολιτιστικών συλλόγων και φορέων
ζ) των εθελοντικών οργανώσεων και κινήσεων πολιτών
η) άλλων οργανώσεων και φορέων της κοινωνίας των πολιτών
θ) εκπρόσωποι των τοπικών συμβουλίων νέων.
Εφόσον διαπιστώνεται ότι σε αυτές τις κατηγορίες υπάρχουν ενεργοί φορείς οι κατηγορίες αυτές εκπροσωπούνται υποχρεωτικά. Ο ελάχιστος αριθμός των εκπροσώπων των φορέων είναι δέκα έξι (16): {25-1(ο προεδρεύων) =24/3=8Χ2=16} και ο ανώτερος αριθμός είναι 33 {50-1 (προεδρεύων)=49/3=16Χ2=32+1=33). Συνεπώς σε κάθε κατηγορία εκπροσωπούνται δύο φορείς (πλην μίας που θα έχει έναν φορέα) και αριθμός αυτός εάν κατανεμηθούν ισομερώς οι εκπρόσωποι μπορεί να φθάσει έως τρεις ή τέσσερεις ανά κατηγορία. Εντούτοις ο αριθμός των εκπροσώπων μπορεί να είναι ανάλογος και του αριθμού των υφισταμένων φορέων κάθε κατηγορίας (π.χ. μεγάλος αριθμός πολιτιστικών φορέων, αθλητικών φορέων ή Συλλόγων Γονέων).
  Εν συνεχεία καλούνται οι φορείς της κατηγορίας να ορίσουν τους εκπροσώπους τους με συμμετοχή ίσου αριθμού μελών των διοικητικών τους συμβουλίων σε εκλεκτορικό ανά κατηγορία σώμα η οποίοι με ψηφοφορία να ορίζουν τους εκπροσώπους. Ο πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου συγκεντρώνει τα πρακτικά αυτών των «εκλογών» ανά κατηγορία και καταγράφει τους εκπροσώπους, τους τακτικούς και αναπληρωματικούς. Ζητήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή αυτής της διαδικασίας επιλύονται από το τριμελές προεδρείο του Δημοτικού Συμβουλίου. Εάν προκύψει ζήτημα καθορισμού του ακριβούς αριθμού των εκπροσώπων των φορέων η απόφαση λαμβάνεται από το προεδρείο του Δημοτικού Συμβουλίου. Τυχόν ενστάσεις των φορέων επί αυτής της διαδικασίας εξετάζονται και κρίνονται από το Δημοτικό Συμβούλιο.
Κατόπιν αφού οριστούν οι εκπρόσωποι των φορέων προστίθεται κατά το 1/3 του αριθμού των εκπροσώπων  ο αριθμός των δημοτών που θα κληρωθούν με τους δύο αναπληρωματικούς  ο καθένας. Η κλήρωση γίνεται με ευθύνη του προεδρείου ενώπιον του Δημοτικού Συμβουλίου κατά τη διαδικασία συγκρότησης της Επιτροπής ή και σε προγενέστερη αυτής συνεδρίαση. Οι κληρωθέντες δημότες θα είναι τουλάχιστον οκτώ (8) στις 25μελείς Επιτροπές με δέκαέξι (16) αναπληρωματικούς έως δεκαέξι (16) στις 50μελείς Επιτροπές με τριάντα δύο (32) αναπληρωματικούς.

Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η διαδικασία συγκρότησης της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης έχει ένα στάδιο προδιαδικασίας το οποίο πρέπει να διεξαχθεί με ευθύνη του προεδρείου του Δημοτικού Συμβουλίου. Ο νόμος ενώ ορίζει τον δήμαρχο ως πρόεδρο της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης αναθέτει στο Δημοτικό Συμβούλιο την συγκρότηση της Επιτροπής. Συνεπώς το προεδρείο του Δημοτικού Συμβουλίου πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της προετοιμασίας έτσι ώστε να διαμορφώσει την εισήγηση για την συγκρότηση της Επιτροπής.
Η προδιαδικασία που προτείνεται διασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό την αντικειμενικότητα στην συγκρότηση της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης ενεργοποιώντας το σύνολο των τοπικών φορέων των οποίων ο αριθμός ενδέχεται να είναι πολύ μεγαλύτερος από τον αριθμό των Εκπροσώπων  στην Επιτροπή. Οποιαδήποτε άλλη διαδικασία η οποία διεξάγεται χωρίς την συμμετοχή των φορέων δεν διασφαλίζει την αντικειμενικότητα και συνεπώς δεν διαμορφώνει την κατάλληλη σύνθεση έτσι ώστε η Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης να αποτελέσει πραγματικό θεσμό συμμετοχικής δημοκρατίας.

Ελλείψει κανονισμού διαβούλευσης και υπό την πίεση της δίμηνης προθεσμίας πολλές δημοτικές αρχές προβαίνουν στην πρόσκληση των φορέων που ενδιαφέρονται να συμμετέχουν την Επιτροπή χωρίς να προσδιορίζουν την διαδικασία επιλογής όταν ο αριθμός έστω των ενδιαφερομένων είναι μεγαλύτερος του αριθμού των εκπροσώπων – μελών της Επιτροπής. Με την ίδια πρόσκληση καλούν και τους ενδιαφερόμενους δημότες παρακάμπτοντας έτσι την επιταγή του νόμου για κλήρωση μεταξύ του συνόλου των εκλογέων. Η μη τήρηση βασικών κανόνων διαφάνειας και αντικειμενικότητας είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει στην υπονόμευση της αποστολής της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης με όλες τις επακόλουθες συνέπειες  για την εφαρμογή κρίσιμων επιλογών της διοικητικής μεταρρύθμισης.

2.    Οι προπαρασκευαστικές διαδικασίες της διαβούλευσης - Αρμοδιότητες της Δημοτικής Επιτροπής Διαβούλευσης

Η Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης έχει γνωμοδοτικές αρμοδιότητες. Συγκεκριμένα σύμφωνα με το άρθρο 76, παρ.2 του ν.3852/2010 η Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης: «α) Γνωμοδοτεί στο δημοτικό συμβούλιο σχετικά με τα αναπτυξιακά προγράμματα και τα προγράμματα δράσης του δήμου, το επιχειρησιακό πρόγραμμα και το τεχνικό πρόγραμμα του δήμου.
β) Γνωμοδοτεί για θέματα γενικότερου τοπικού ενδιαφέροντος, που παραπέμπονται σε αυτή από το δημοτικό συμβούλιο ή τον δήμαρχο.
γ) Εξετάζει τα τοπικά προβλήματα και τις αναπτυξιακές δυνατότητες του δήμου και διατυπώνει γνώμη για την επίλυση των προβλημάτων και την αξιοποίηση των δυνατοτήτων αυτών.
δ) Δύναται να διατυπώνει παρατηρήσεις επί του περιεχομένου των κανονιστικού χαρακτήρα αποφάσεων οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 79 του Κ.Δ.Κ.»
Η Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης συνέρχεται μία φορά σε ειδική συνεδρίαση πριν από την ψήφιση του προϋπολογισμού και του ετήσιου προγράμματος δράσης του Δήμου και γνωμοδοτεί για τα θέματα αυτά.

Η λειτουργία της Επιτροπής θα καταστεί ουσιαστικότερη εάν αναδειχθεί ως το τελικό επίπεδο μίας ευρείας διαδικασίας διαβούλευσης που φθάνει έως την βάση της τοπικής κοινωνίας. Αυτή την κατεύθυνση υπηρετούν οι παρακάτω προτάσεις:
Με τον ίδιο τρόπο που προτείνεται να αναδεικνύονται οι εκπρόσωποι των φορέων προτείνεται η οργάνωση των προπαρασκευαστικών  λειτουργιών  της διαβούλευσης. Δηλαδή ανά κατηγορία συνέρχονται  τα διοικητικά συμβούλια των φορέων (με ίσο αριθμό εκπροσώπων καθένα π.χ. 5 μέλη ανά συμβούλιο) και συζητούν τα προπαρασκευαστικά κείμενα ή διατυπώνουν προτάσεις για ζητήματα που ενδιαφέρουν την κατηγορία τους. Οι αποφάσεις αυτών των συσκέψεων ανά κατηγορία μεταφέρονται στην Επιτροπή από τους εκπροσώπους της κατηγορίας οι οποίοι παρουσιάζουν όλες τις καταγεγραμμένες θέσεις επί των αντίστοιχων θεμάτων και επιχειρηματολογούν για τις αποφάσεις των συσκέψεων της κατηγορίας. Εάν οι εκπρόσωποι έχουν διαφορετική άποψη μπορούν να επιχειρηματολογήσουν και για την υποστήριξη της  άποψής τους. Συνεπώς μόνο εάν δεν επιχειρηματολογήσουν υπέρ της απόφασης των συσκέψεων μπορούν να ζητήσουν τον λόγο παρατηρητής εκπρόσωπος της κατηγορίας  και όχι όποιος γενικά μετείχε στις προπαρασκευαστικές διαδικασίες.
Τα παραπάνω περιγράφουν το στάδιο της διαβούλευσης μεταξύ των φορέων ανά κατηγορία πριν από την συζήτηση στην Επιτροπή. Είναι θέμα των φορέων να διευρύνουν τη διαβούλευσης κατά την προπαρασκευαστική φάση και στο εσωτερικό τους καλώντας γιαυτό όλα τα μέλη τους να λάβουν μέρος. Αυτή όμως η φάση δεν αφορά την λειτουργία της Επιτροπής.
Για παράδειγμα:
Α)  Τίθεται στη διαβούλευση το Ετήσιο Πρόγραμμα Δράσης του Δήμου.
Β) Οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων αφού προηγουμένως συζητήσουν είτε στο διοικητικό τους συμβούλιο είτε σε συνέλευση των μελών τους  καλούνται σε κοινή σύσκεψη στην οποία μετέχουν πέντε μέλη διοικητικού συμβουλίου από τον καθένα  και ασφαλώς εάν δεν είναι μεταξύ αυτών καλούνται και οι εκπρόσωποι της κατηγορίας των Συλλόγων Γονέων στην Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης. Σε αυτή την σύσκεψη της κατηγορίας  συζητούν τα θέματα που ενδιαφέρουν την σχολική στέγη και τη λειτουργία της παιδείας και αξιολογούν τις προτάσεις του Ετήσιου Προγράμματος γιαυτό το θέμα ή προτείνουν  δικά τους θέματα εάν το Σχέδιο του Ετήσιου Προγράμματος Δράσης δεν τους καλύπτει.
Γ) Οι εκπρόσωποι τους στην Επιτροπή οφείλουν να μεταφέρουν τις αποφάσεις αυτής της σύσκεψης και να τις υποστηρίξουν. Εάν υπάρχουν μειοψηφικές προτάσεις, πρέπει να ανακοινωθούν και αυτές.
Το ίδιο θα γίνει για τους Αθλητικούς Συλλόγους, για τους Πολιτιστικούς, για τους εμπορικούς και επαγγελματικούς συλλόγους.
ΠΡΟΣΟΧΗ: Εάν σε επίπεδο Δήμου υπάρχει νόμιμος δευτεροβάθμιος φορέας αυτών των συλλόγων τότε αντί της σύσκεψης των εκπροσώπων των διοικητικών συμβουλίων της κατηγορίας μετέχει στη διαβούλευσης ο δευτεροβάθμιος φορέας π.χ. Ένωση Γονέων και Κηδεμόνων Δήμου …….. Η ίδια δευτεροβάθμια οργάνωση ορίζει τους εκπροσώπους της στην Δημοτική Επιτροπή Διαβούλευσης.


3.    Επίλογος: Το πραγματικό διακύβευμα  των Δημοτικών Επιτροπών Διαβούλευσης.

Πρέπει να προσέξουμε ένα πράγμα: Εάν στην τοπική κοινωνία υπάρχουν πράγματι φορείς που την εκφράζουν αυτοί πρέπει να ενθαρρυνθούν να μετέχουν στη διαβούλευση χωρίς απαραίτητα να μπαίνουν σε διαδικαστικά καλούπια. Εάν διαμορφωθεί μία διαδικασία που κάποιους τους βάζει στο περιθώριο η Επιτροπή Διαβούλευσης να περιοριστεί σε ένα τυπικό και απλώς νομιμοποιητικό ρόλο. Η οργανωμένη με οποιαδήποτε σχήματα κοινωνία των πολιτών πρέπει να δει την Επιτροπή ως ένα προπύργιο ουσιαστικής συμμετοχής στη διαμόρφωση της δημοτικής πολιτικής και ουσιαστικού ελέγχου της δημοτικής εξουσίας. Το κλειδί γιαυτό είναι να δώσουμε ώθηση στις προπαρασκευαστικές διαδικασίες που μπορούν να πάνε τη διαβούλευση έως τη βάση.
Οι δημοτικές αρχές όσο και εάν πιστεύουν πολιτικά στην λειτουργία της συμμετοχικής δημοκρατίας ποτέ δεν θα ενθαρρύνουν την εφαρμογή της κυρίως όταν δεν κατορθώνουν να την ελέγξουν οδηγώντας την μονοσήμαντα στην νομιμοποίηση της δημοτικής πολιτικής και αποφεύγοντας τον έλεγχο και την συνδιαμόρφωση. Σε κάθε περίπτωση, και όταν δουλέψουν για την πραγματική και όχι την προσχηματική διαβούλευση  ποτέ δεν θα ξεπεράσουν τα όρια που επιβάλλει η αυτοσυντήρησή τους. Αυτό το επισημαίνω και εκ πείρας[7].

Συμπερασματικά πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα η διαδικασία επιλογής των εκπροσώπων των φορέων  και η οργάνωση της προπαρασκευαστικής διαδικασίας σε κάθε προς διαβούλευση ζήτημα.




[1] Αρθρο 178 του ν.3852/2010: « Περιφερειακή Επιτροπή Διαβούλευσης
    1. Σε κάθε περιφέρεια συνιστάται, με απόφαση του περιφερειάρχη, η οποία εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την εγκατάσταση των περιφερειακών αρχών, περιφερειακή επιτροπή διαβούλευσης ως γνωμοδοτικό όργανο. Η θητεία της επιτροπής διαβούλευσης ακολουθεί τη θητεία των περιφερειακών αρχών. Η περιφερειακή επιτροπή διαβούλευσης αποτελείται από τους δημάρχους της περιφέρειας, καθώς και από εκπροσώπους:
    α) των οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων,
    β) των επιμελητηρίων και των επιστημονικών οργανώσεων, συλλόγων και φορέων,
    γ) των συνεταιριστικών οργανώσεων,
    δ) της αποκεντρωμένης διοίκησης στην οποία υπάγεται η περιφέρεια,
    ε) των κρατικών υπηρεσιών που έχουν την έδρα τους στην περιφέρεια,
    στ) οργανώσεων και φορέων της κοινωνίας των πολιτών στην περιφέρεια και
    ζ) πολίτες.
    Ο συνολικός αριθμός των μελών της περιφερειακής επιτροπής διαβούλευσης, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου, είναι τριάντα πέντε (35) έως εξήντα (60) μέλη. Σε ποσοστό ένα τρίτο (1/3) του συνολικού αριθμού των μελών ορίζονται ως μέλη μετά από κλήρωση και δημότες εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Στην περιφερειακή επιτροπή διαβούλευσης προεδρεύει ο περιφερειάρχης ή ο αντιπεριφερειάρχης που ορίζει ο περιφερειάρχης με απόφασή του. Στις συνεδριάσεις της περιφερειακής επιτροπής διαβούλευσης προσκαλούνται και συμμετέχουν και οι εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή, καθώς και οι επικεφαλής των περιφερειακών παρατάξεων που εκπροσωπούνται στο περιφερειακό συμβούλιο.
    2. Η περιφερειακή επιτροπή διαβούλευσης:
    α) Εισηγείται στο περιφερειακό συμβούλιο σχετικά με τις βασικές αναπτυξιακές προτεραιότητες της περιφέρειας.
    β) Γνωμοδοτεί ως προς θέματα γενικότερου περιφερειακού ενδιαφέροντος, που παραπέμπονται σε αυτή από το περιφερειακό συμβούλιο ή τον περιφερειάρχη.
    γ) Εξετάζει τα προβλήματα και τις αναπτυξιακές δυνατότητες της περιφέρειας και διατυπώνει γνώμη για την επίλυση των προβλημάτων και την αξιοποίηση των δυνατοτήτων αυτών.
    Η διατύπωση γνώμης από την περιφερειακή επιτροπή διαβούλευσης δεν αποκλείει την παράλληλη ηλεκτρονική διαβούλευση με τους πολίτες, μέσω διαδικτύου. Οι προτάσεις της ηλεκτρονικής διαβούλευσης συγκεντρώνονται και συστηματοποιούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες της περιφέρειας και παρουσιάζονται από τον πρόεδρο της περιφερειακής επιτροπής διαβούλευσης κατά την αντίστοιχη συνεδρίασή της.
    3. Η περιφερειακή επιτροπή διαβούλευσης συνεδριάζει δημόσια τουλάχιστον μια φορά ανά τρίμηνο και διατυπώνει τη γνώμη της για τα θέματα που εισάγονται προς συζήτηση. Η σύγκλησή της γίνεται με πρόσκληση του προέδρου της, η οποία κοινοποιείται στα μέλη με κάθε πρόσφορο μέσο επτά (7) εργάσιμες ημέρες πριν τη συνεδρίαση. Η πρόσκληση περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, τον τόπο, την ημερομηνία και ώρα της συνεδρίασης και συνοδεύεται από εισήγηση επί των υπό συζήτηση θεμάτων. Σε περίπτωση έλλειψης απαρτίας, η συνεδρίαση επαναλαμβάνεται την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα, οπότε θεωρείται σε κάθε περίπτωση ότι υφίσταται απαρτία. Η γραμματειακή στήριξη της περιφερειακής επιτροπής διαβούλευσης γίνεται από τις υπηρεσίες της περιφέρειας και τηρούνται πρακτικά. Η περιφερειακή επιτροπή διαβούλευσης διατυπώνει τη γνώμη της μετά από συζήτηση στην οποία αναγράφονται όλες οι γνώμες των μελών της.

[2] Βλ άρθρο 78 του ν.3852/2010: «Συμβούλιο Ένταξης Μεταναστών
   1. Σε κάθε δήμο συγκροτείται και λειτουργεί με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, συμβούλιο ένταξης μεταναστών ως συμβουλευτικό όργανο του δήμου για την ενίσχυση της ένταξης των μεταναστών στην τοπική κοινωνία. Τα συμβούλια ένταξης μεταναστών αποτελούνται από πέντε (5) έως έντεκα (11) μέλη, τα οποία ορίζονται από το οικείο δημοτικό συμβούλιο. Ως μέλη ορίζονται δημοτικοί σύμβουλοι, εκπρόσωποι φορέων μεταναστών, εφόσον η έδρα αυτών ή παραρτήματος βρίσκεται εντός των διοικητικών ορίων του οικείου δήμου, ή εκπρόσωποι που επιλέγονται από την κοινότητα των μεταναστών που κατοικούν μόνιμα στον οικείο δήμο, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπει σχετικός κανονισμός, που εκδίδει με απόφασή του το οικείο δημοτικό συμβούλιο, καθώς και εκπρόσωποι κοινωνικών φορέων οι οποίοι αναπτύσσουν εντός της διοικητικής περιφέρειας του οικείου δήμου δράση σχετική με τα προβλήματα των μεταναστών. Με την ίδια απόφαση ορίζεται πρόεδρος στο συμβούλιο ένταξης μεταναστών ένας εκ των δημοτικών συμβούλων μελών του. Στα παραπάνω συμβούλια ορίζονται υποχρεωτικά ως μέλη αλλοδαποί δημοτικοί σύμβουλοι που έχουν τυχόν εκλεγεί. Η συμμετοχή στα ανωτέρω συμβούλια είναι τιμητική και άμισθη.
   2. Έργο των συμβουλίων ένταξης μεταναστών είναι η καταγραφή και η διερεύνηση προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες, που κατοικούν μόνιμα στην περιφέρεια του οικείου δήμου, ως προς την ένταξή τους στην τοπική κοινωνία, την επαφή τους με δημόσιες αρχές ή τη δημοτική αρχή, η υποβολή εισηγήσεων προς το δημοτικό συμβούλιο για την ανάπτυξη τοπικών δράσεων προώθησης της ομαλής κοινωνικής ένταξης των μεταναστών και, εν γένει, την επίλυση των προβλημάτων που αυτοί αντιμετωπίζουν, ιδίως μέσω της οργάνωσης συμβουλευτικών υπηρεσιών από τις δημοτικές υπηρεσίες, καθώς και τη διοργάνωση σε συνεργασία με τον οικείο δήμο εκδηλώσεων ευαισθητοποίησης και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής του τοπικού πληθυσμού.»

[3]Βλ. άρθρο 72, παρ.1 εδ α-δ,  του ν.3852/2010 « Οικονομική επιτροπή – Αρμοδιότητες.
   1. Η οικονομική επιτροπή είναι όργανο παρακολούθησης και ελέγχου της οικονομικής λειτουργίας του δήμου. Ειδικότερα έχει τις ακόλουθες αρμοδιότητες:
α) συντάσσει τον προϋπολογισμό του δήμου,
β) ελέγχει την υλοποίηση του προϋπολογισμού και υποβάλλει ανά τρίμηνο έκθεση προς το δημοτικό συμβούλιο, στην οποία παρουσιάζεται η κατάσταση των εσόδων και εξόδων του δήμου. Η έκθεση αυτή στην οποία καταχωρούνται και τυχόν παρατηρήσεις της μειοψηφίας, δημοσιεύεται υποχρεωτικά στην ιστοσελίδα του δήμου,
γ) προελέγχει τον απολογισμό,
δ) αποφασίζει για την έγκριση των δαπανών και τη διάθεση των πιστώσεων του προϋπολογισμού, εκτός από εκείνες που σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις αποφασίζει το δημοτικό συμβούλιο, καθώς επίσης αποφασίζει αιτιολογημένα και για τις περιπτώσεις απευθείας ανάθεσης προμηθειών, παροχής υπηρεσιών, εκπόνησης μελετών και εκτέλεσης έργων σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις,
[4] Βλ. άρθρο 76, παρ.1 του ν.3852/2010 στοιχ. θ) « εισηγείται στο δημοτικό συμβούλιο ετήσιο σχέδιο διαχείρισης και αξιοποίησης της περιουσίας του δήμου. Παρακολουθεί την υλοποίηση του εν λόγω σχεδίου και ενημερώνει το δημοτικό συμβούλιο».

[5]  Το  πλήρες κείμενο του άρθρου 76 του ν. 3852/2010 έχει ως εξής: «  1. Στους δήμους με πληθυσμό μεγαλύτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) κατοίκους συγκροτείται, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου, η οποία λαμβάνεται με πλειοψηφία των δύο τρίτων (2/3) των μελών του και εκδίδεται εντός δύο (2) μηνών από την εγκατάσταση των δημοτικών αρχών, δημοτική επιτροπή διαβούλευσης ως όργανο με συμβουλευτικές αρμοδιότητες. Η διάρκεια της θητείας της δημοτικής επιτροπής διαβούλευσης δεν υπερβαίνει τα δυόμιση έτη. Δημοτική επιτροπή διαβούλευσης μπορεί να συγκροτηθεί και σε μικρότερους δήμους, με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου. Η δημοτική επιτροπή διαβούλευσης αποτελείται από εκπροσώπους των φορέων της τοπικής κοινωνίας, όπως:
α) των τοπικών εμπορικών και επαγγελματικών συλλόγων και οργανώσεων
β) των επιστημονικών συλλόγων και φορέων
γ) των τοπικών οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών
δ) των εργαζομένων στο δήμο και τα νομικά του πρόσωπα
ε) των ενώσεων και συλλόγων γονέων
στ) των αθλητικών και πολιτιστικών συλλόγων και φορέων
ζ) των εθελοντικών οργανώσεων και κινήσεων πολιτών
η) άλλων οργανώσεων και φορέων της κοινωνίας των πολιτών
θ) εκπρόσωποι των τοπικών συμβουλίων νέων και
ι) δημότες.
Ο συνολικός αριθμός των μελών της δημοτικής επιτροπής διαβούλευσης, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου, μπορεί να είναι από είκοσι πέντε (25) έως πενήντα (50) μέλη. Σε ποσοστό ένα τρίτο (1/3) του συνολικού αριθμού των μελών εκπροσώπων φορέων ορίζονται επιπλέον μέλη, μετά από κλήρωση, δημότες εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους καθώς και όσοι είναι εγγεγραμμένοι στους ειδικούς εκλογικούς καταλόγους. Στη δημοτική επιτροπή διαβούλευσης προεδρεύει ο δήμαρχος ή ο αντιδήμαρχος που ορίζει ο δήμαρχος με απόφασή του. Στις συνεδριάσεις της επιτροπής καλούνται κατά περίπτωση και συμμετέχουν χωρίς δικαίωμα ψήφου και εκπρόσωποι αρμόδιων κρατικών αρχών, των τοπικών οργανώσεων πολιτικών κομμάτων, καθώς και οι επικεφαλής των δημοτικών παρατάξεων που εκπροσωπούνται στο δημοτικό συμβούλιο.
   2. Η δημοτική επιτροπή διαβούλευσης:
α) Γνωμοδοτεί στο δημοτικό συμβούλιο σχετικά με τα αναπτυξιακά προγράμματα και τα προγράμματα δράσης του δήμου, το επιχειρησιακό πρόγραμμα και το τεχνικό πρόγραμμα του δήμου.
β) Γνωμοδοτεί για θέματα γενικότερου τοπικού ενδιαφέροντος, που παραπέμπονται σε αυτή από το δημοτικό συμβούλιο ή τον δήμαρχο.
γ) Εξετάζει τα τοπικά προβλήματα και τις αναπτυξιακές δυνατότητες του δήμου και διατυπώνει γνώμη για την επίλυση των προβλημάτων και την αξιοποίηση των δυνατοτήτων αυτών.
δ) Δύναται να διατυπώνει παρατηρήσεις επί του περιεχομένου των κανονιστικού χαρακτήρα αποφάσεων οι οποίες εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 79 του Κ.Δ.Κ..
Η διατύπωση γνώμης από τη δημοτική επιτροπή διαβούλευσης δεν αποκλείει την παράλληλη ηλεκτρονική διαβούλευση με τους πολίτες, μέσω διαδικτύου. Οι προτάσεις της ηλεκτρονικής διαβούλευσης συγκεντρώνονται και συστηματοποιούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του δήμου και παρουσιάζονται από τον πρόεδρο της δημοτικής επιτροπής διαβούλευσης κατά την αντίστοιχη συνεδρίασή της.
   3. Η δημοτική επιτροπή διαβούλευσης συνεδριάζει δημόσια, μετά από πρόσκληση του προέδρου της, υποχρεωτικά μια φορά το χρόνο, πριν από τη σύνταξη των προσχεδίων του προϋπολογισμού και του ετήσιου προγράμματος δράσης και τουλάχιστον μία φορά κάθε τρεις (3) μήνες για άλλα θέματα που εισάγονται προς συζήτηση. Η πρόσκληση κοινοποιείται στα μέλη με κάθε πρόσφορο μέσο επτά (7) εργάσιμες ημέρες πριν τη συνεδρίαση και περιλαμβάνει την ημερήσια διάταξη, τον τόπο, την ημερομηνία και την ώρα της συνεδρίασης και συνοδεύεται από εισήγηση επί των υπό συζήτηση θεμάτων. Σε περίπτωση έλλειψης απαρτίας, η συνεδρίαση επαναλαμβάνεται την αμέσως επόμενη εργάσιμη ημέρα, οπότε θεωρείται σε κάθε περίπτωση ότι υφίσταται απαρτία. Η γραμματειακή υποστήριξη της δημοτικής επιτροπής διαβούλευσης γίνεται από τις υπηρεσίες του δήμου και τηρούνται πρακτικά. Η δημοτική επιτροπή διαβούλευσης διατυπώνει τη γνώμη της μετά από σχετική συζήτηση. Στην εισήγησή της αναγράφονται όλες οι γνώμες που διατυπώνονται.
   4. Το δημοτικό συμβούλιο μπορεί να ψηφίζει σχετικό κανονισμό διαβούλευσης, ο οποίος ρυθμίζει όλα τα θέματα τα σχετικά με τις διαδικασίες διαβούλευσης, τη συμμετοχή φορέων και πολιτών σε αυτή, καθώς και την παρουσίαση των πορισμάτων της διαβούλευσης στο αρμόδιο όργανο του δήμου»

[6] Εκτός από την τρέχουσα δημοτική περίοδο 2011-2014 η οποία λήγει την 31 Αυγούστου 2014.
[7] Στον Δήμο Αυλώνος Ευβοίας ξεκινήσαμε το 2008 ένα πολύ ενδιαφέρον πείραμα θεσμοθετημένης Διαβούλευσης.  Μετά από την υλοποίηση ερευνητικού προγράμματος του Ε.Μ.Π.( με την διεύθυνση της Καθηγήτριας κ. Ελίζας Παναγιωτάτου) για τους μηχανισμούς ανάδειξης των αναπτυξιακών προτεραιοτήτων του Δήμου Αυλώνος  υιοθετήσαμε μία από τις προτάσεις του προγράμματος για την συγκρότηση του Αναπτυξιακού Συμβουλίου του Δήμου μας, μίας επιτροπής στην οποία μετέχουν όλοι οι τοπικοί φορείς, οι σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων, οι πολιτιστικοί και αθλητικοί φορείς, οι σύλλογοι νέων, ο εμπορικός σύλλογος, ο γυναικείος συνεταιρισμός, οι επικεφαλείς των δημοτικών παρατάξεων και οι διατελέσαντες δήμαρχοι. Συνολικά καταγράψαμε περίπου 45 μέλη. Ο ρόλος του Αναπτυξιακού Συμβουλίου ήταν συμβουλευτικός, διαβουλευτικός για όλα τα θέματα της τοπικής ανάπτυξης. Πρόεδρος ήταν ο Δήμαρχος και αναπληρωτής του ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου.
Η πρώτη συνεδρίαση, στις 25 Ιανουαρίου 2009, αφιερώθηκε στην καταγραφή των θεμάτων και συμμετείχαν περίπου 30 μέλη. Η δεύτερη συνεδρίαση μεταξύ των άλλων στον Κανονισμό Λειτουργίας ο οποίος δεν εγκρίθηκε και παραπέμφθηκε σε μελλοντική συνεδρίαση διότι υπήρξαν διχογνωμίες ως προς την σχέση του Αναπτυξιακού Συμβουλίου με τον Δήμο (π.χ. σύγκληση και χωρίς την συμφωνία του Δήμου, εκλογή άλλου προέδρου πέραν του Δημάρχου κ.ο.κ.). Η τρίτη συνεδρίαση έγινε τον Οκτώβριο του 2009 και συζήτησε ένα κρίσιμο τοπικό πρόβλημα του Αυλωναρίου σχετικά με μία αυθαίρετη εγκατάσταση οικισμού Τσιγγάνων στο Αυλωνάρι. Στην Τρίτη και τελευταία συνεδρίαση μετείχαν μόνο όσοι φορείς ενδιαφέρονταν για το θέμα, γεγονός που υπονόμευσε  την αρχική «σύλληψη» της αποστολής του Αναπτυξιακού Συμβουλίου ως θεσμού που συνθέτει και ενεργοποιεί την τοπική κοινωνία για το σύνολο των αναπτυξιακών θεμάτων και κυρίως για την προαγωγή της ενδοδημοτικής αναπτυξιακής αλληλεγγύης.
Εν κατακλείδι, μία πρωτοβουλία συγκρότησης θεσμού Διαβούλευσης που πήραμε ως δημοτική αρχή, ενώ ξεκίνησε με καλούς οιωνούς σκόνταψε στην προσπάθεια της μετατροπής του σε ανεξάρτητο και ενδεχομένως αντίθετο με την Δημοτική Αρχή φόρουμ και εν συνεχεία στην μη ενθάρρυνση των τοπικών φορέων να συμμετάσχουν ουσιαστικά και ενεργά σε όλες τις πρωτοβουλίες και όχι μόνο σε εκείνες που τους ενδιαφέρουν αποσπασματικά. Στέκομαι αυτοκριτικά και διαπιστώνω ότι ως Δήμαρχος ενώ είχα  πάρει την πρωτοποριακή πρωτοβουλία να το συγκροτήσω και να το αναδείξω δεν επέμενα βλέποντας ότι μπορεί να μετατραπεί σε ένα «συμμετοχικό μετερίζι» αντιπολίτευσης. Η μη επιμονή μου ενθαρρύνθηκε και από την απροθυμία των ίδιων των τοπικών φορέων να διεκδικήσουν την συμμετοχή τους και να το καταστήσουν πραγματικό «μετερίζι»  τοπικής διαβούλευσης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου